1/19/2008

Η ΣΕΛΙΔΑ ΔΕΝ ΑΝΑΝΕΩΝΕΤΑΙ ΠΛΕΟΝ

Τόσο το blog, όσο και η σελίδα www.geocities.com/anarcores δε θα ανανεωθούν ξανά. Η δυνατότητα σχολιασμού θα μείνει για μερικές μέρες ακόμα, ενώ το e-mail προορίζεται αποκλειστικά για ζητήματα υποστήριξης φυλακισμένων αγωνιστών (μεταφράσεις, νέα, κείμενα για μετάφραση κλπ).

Ελπίζουμε να ζημιώσαμε, στο μέτρο των δυνάμεών μας, αυτούς που θεωρούσαμε βασικούς κινδύνους για την αυτο-οργάνωση, την αυτοπεποίθηση και το αίσθημα κοινότητας των αγωνιζομένων: δηλαδή, τη γραφειοκρατία (στο πεδίο που γεννιέται, αυτό της δήθεν αναγκαιότητας της πολιτικής οργάνωσης/ή κόμματος) και την παραπλάνηση των μμε.


Νέες κινήσεις στα σκαριά, σε πεδία πιο ανοιχτά και πιο χαοτικά κι από το ίδιο το ίντερνετ (ω ναι!)...


[Οι φωτογραφίες είναι από την πλατεία Ναυαρίνου, σαλονίκη, πρωί και βράδυ, γενάρης 2008]




Ρομαντικές ιστορίες από μια επανάσταση στη σοφίτα

Ρομαντικές ιστορίες από μια επανάσταση στη σοφίτα

Το παρακάτω κείμενο μας έστειλε σύντροφος αναρχικός από τη Βουλγαρία. Το δημοσιεύουμε και εδώ καθώς με ένα εύγλωττο φανζινοειδές ύφος, περνά μέσα από μια προσωπική αφήγηση μια πολύ ενδιαφέρουσα εικόνα τόσο για τη γενικότερη κοινωνική κατάσταση στη Βουλγαρία, όσο και για τη δική του περίπτωση, μιας ιδιότυπης κατάληψης στέγης στο χώρο εργασίας του!



Η ιστορία ξεκινά λίγο πριν το τέλος του τελευταίου μου εξαμήνου στο πανεπιστήμιο. Αφού πέρασα τέσσερα παλαβά χρόνια στις φοιτητικές εστίες της περίφημης πανεπιστημιούπολης της Σόφιας, το τέλος των σπουδών ερχόταν και η διαμονή μου στις φοιτητικές εστίες θα έληγε σύντομα. Έπρεπε να βρω στα γρήγορα ένα νέο μέρος για να μείνω, αν ήθελα να παραμείνω στη Σόφια. Βγήκα στη γύρα για ενοικιαστήρια, όμως όλα τα νοίκια, μου φαίνονταν υπερβολικά ακριβά για μένα. Εργαζόμουν τότε σε μια ιστοσελίδα. Η δουλειά ήταν σχετικά καλή-συνήθως έγραφα νέα και ανταποκρίσεις από συναυλίες, ανέβαζα φωτογραφίες, κι έκανα ένα πρωτόγονο είδος αρχειοθέτησης στα γραφεία. Το καλύτερο όμως ήταν ότι είχα μια ή και δύο βδομάδες άδειας κάθε μήνα, κατά τις οποίες μπορούσα να ταξιδεύω σ ολόκληρη τη χώρα, αν και το θέμα ήταν ότι ο μισθός μου ήταν ελεεινός. Όπως φαινόταν, αν σκόπευα να νοικιάσω ένα διαμέρισμα θα 'πρεπε να βρω μια πιο "σοβαρή" και καλοπληρωμένη εργασία. Αυτό μου φάνηκε σαν να με δένουν με αλυσίδες, να πρέπει να δουλεύω όλο τον μήνα μόνο και μόνο για να βρίσκω λεφτά να πληρώνω το νοίκι και το φαγητό μου, και στην καλύτερη, να αποταμιεύω λίγα χρήματα για τη διασκέδαση των σαββατοκύριακων. Δεν μου άρεσε καθόλου η ιδέα, μιας και δεν ήθελα να ξεπουλήσω τον ελεύθερο χρόνο μου για έναν μισθό.

Τότε, μου ήρθε η πιο τέλεια ιδέα. Σκέφτηκα να κάνω κατάληψη στο χώρο της δουλειάς μου. Το αφεντικό έμενε στο εξωτερικό και ερχόταν στη Βουλγαρία μόνο για μερικές χρονικές περιόδους. Δεν είχα τίποτε να χάσω, οπότε το αποφάσισα. Το γραφείο ήταν μια σοφίτα με δυο δωμάτια κι μια τουαλέτα. Δεν είχα και πολλές αποσκευές στη Σόφια τότε, καθώς το μέλλον μου δεν ήταν και πολύ φωτεινό και αφού έφυγα από τις εστίες έμενα σε σπίτια φίλων μου. Με το σακίδιό μου στον ώμο, ήμουν σαν σαλιγκάρι, κουβαλώντας παντού το σπίτι μου. Έτσι μετακόμισα προσεκτικά στα γραφεία κι έκρυψα τα πράγματά μου σε ένα χαρτονένιο κιβώτιο.
Κοιμόμουν στον υπνόσακό μου στο πάτωμα. Το καλοκαίρι είχε μόλις μπει, και ο καιρός ήταν ζεστός. Το κακό με το γραφείο, ήταν ότι δεν είχε μπάνιο. Είχε μόνο μια τουαλέτα κι έναν νιπτήρα με κρύο νερό. Σκέφτηκα ότι δε θα ήταν και τόσο μεγάλο πρόβλημα, μιας και είχα μεγαλώσει σε χωριό, κι εκεί συνηθίζαμε να ζεσταίνουμε το νερό σε κουβάδες για να κάνουμε ένα μπάνιο. Στο πρώτο μπάνιο που προσπάθησα να κάνω στο γραφείο, είχα μια δυσάρεστη έκπληξη. Η τρύπα που έχει συνήθως στο πάτωμα για να φεύγουν τα νερά είχε βουλώσει και πλημμυρίσαμε. Προσπάθησα να την ξεβουλώσω, αλλά κατάλαβα ότι την είχαν μπλοκάρει οι γείτονες από κάτω.

Σκατά. Ζεστό καλοκαίρι, ιδρώτας, κι ούτε ένα μέρος να κάνεις ένα μπάνιο. Άρχισα να πηγαίνω στα σπίτια των φίλων μου για μπάνιο. Τότε επινόησα έναν πρωτοποριακό τρόπο να παίρνεις το μπάνιο σου: ζεσταίνουμε έναν κουβά νερό. Μουσκεύουμε ένα φανελάκι, και το χρησιμοποιούμε για να πλυθούμε. Έπειτα, σαπουνιζόμαστε και ξεπλένουμε με το μουσκεμένο φανελάκι. Αν γίνει με πολύ προσοχή, ίσως καταφέρουμε να μην ξαναπλημμυρίσουμε την τουαλέτα!

Ένα άλλο πρόβλημα που αντιμετώπισα, ήταν όταν το αφεντικό ήρθε στη Βουλγαρία. Τότε, έμενε μερικές φορές μέχρι αργά την νύχτα στο γραφείο, και ήμουν αναγκασμένος να γυρίζω στους δρόμους μέχρι να φύγει. Έπρεπε επιπλέον να ξυπνάω νωρίς το πρωί, μιας και δε γινόταν να με πιάσει να κοιμάμαι στο γραφείο.

Κάπως έτσι, κατοικώντας "στην παρανομία", το καλοκαίρι πέρασε και ήρθε το φθινόπωρο. Δεν είχα αποφασίσει αν ήθελα να συνεχίσω μ αυτόν τον τρόπο ζωής ή όχι. Έκανα τελικά μια συζήτηση με το αφεντικό μου, με το οποίο είχαμε μια καλή σχέση κι ακόμα δούλευα γι αυτόν από τότε που ανεβάσαμε τη σελίδα στο διαδίκτυο. Του είπα την ιστορία μου, κι ότι δεν είχα κάπου να κοιμηθώ. Τελικά, μου επέτρεψε να συνεχίσω να κοιμάμαι στο γραφείο, αλλά μου είπε να μην κάνω καμιά τρέλα εκεί.

Δεν έκανα ιδιαίτερη κατάχρηση της εμπιστοσύνης του αφεντικού, πάντως όταν έφυγε ξανά στο εξωτερικό, παρείχα καταφύγιο σε μερικούς ταξιδιώτες συντρόφους που δεν είχαν μέρος να μείνουν στη Σόφια. Ακόμα, αρχίσαμε να χρησιμοποιούμε τη σοφίτα σαν στούντιο για πρόβες και ηχογραφήσεις. Με δυο ακόμα "πράκτορες" από την κολλεκτίβα Katarzis, φτιάξαμε μια ακουστική αναρχο-πανκ μπάντα. Κιθάρες, φλάουτα, κρουστά, και πορωτικοί στίχοι για την αντίσταση και μια καλύτερη ζωή γέμιζαν τη σοφίτα. Εκεί, επίσης, κάναμε όλες τις αναγκαίες προετοιμασίες για τις διαδηλώσεις: πανώ, αφίσες, φυλλάδια, φανζίν... Το γραφείο μεταμορφώθηκε σ' ένα μέρος μαγικό. Ήμουν γεμάτος ενθουσιασμό και ζούσα τις δικές μου μέρες πολέμου και νύχτες έρωτα.

Έπειτα, ήρθε ο χειμώνας κι ο καιρός ψύχρανε. Για καλή μου τύχη είχα βρει ένα στρώμα στο δρόμο, μιας και το πάτωμα ήδη ήταν παγωμένο. Δεν ήθελα να ανάβω τη θέρμανση, γιατί θα αναγκαζόμουν να πληρώνω μέρος των λογαριασμών του ηλεκτρισμού. Τις κρύες νύχτες λοιπόν, έπρεπε να κοιμάμαι με 2 υπνόσακους, 2-3 μπλούζες, παντελόνια και μάλλινες κάλτσες. Μιλάμε για μια πραγματικά hard-core σκατοκατάσταση, όμως το αίμα μου έβραζε από οργή. Ευτυχώς, ο χειμώνας ήταν σύντομος.

Σκέφτηκα τότε, ότι μετά απ' όσα πέρασα, δεν με σταματούσε τίποτα. Η άνοιξη και το καλοκαίρι πέρασαν με το ίδιο πάθος στην καρδιά μου. Είχα αρχίσει όμως να σιχαίνομαι τη ζωή στην πρωτεύουσα. Μεγάλη πόλη, μεγάλα σκατά. Κατάφερα να φυλάξω μερικά χρήματα παρά τον χαμηλό μισθό μου, κι αποφάσισα να σπάσω τις αλυσίδες μου: Ήθελα να βάλω μπρος ένα πιο ακτιβιστικό σχέδιο, όποτε παραιτήθηκα από τη δουλειά μου και παράτησα τη Σόφια.
Τώρα μπορώ να κάνω ένα σωρό πράγματα: να γράφω και να μοιράζω αναρχικό υλικό, να στήνουμε με τους φίλους μου μερικές εκδηλώσεις, προσπαθώ να βοηθώ τους ανθρώπους εδώ όσο μπορώ, να ταξιδεύω, να κάνω σκέιτ, γιόγκα και γυμναστική, ενώ έχω προγραμματίσει ακόμα κι ένα ταξίδι στην Ευρώπη ώστε να επισκευτώ αναρχικές κοινότητες και αγρο-κολλεκτίβες. Αν και μπορώ να κάνω, σχετικά, ότι θέλω, νιώθω συχνά νοσταλγία για τη ζωή μου στη Σόφια και ιδιαίτερα για τη ζωή μου στη σοφίτα. Μνήμες, καλές και άσχημες, με κάνουν να χαμογελώ για τον παλιό καλό καιρό. Αυτές κι αν ήταν μαγικές μέρες και νύχτες - η επανάσταση στη σοφίτα.

Διαφημίσεις ΙΙ


ιστοσελίδα αντιπληροφόρησης για την νότια βαλκανική/στέκι καμουφλαρισμένο σε γκαράζ/distro/κολλεκτίβα συντρόφων απ' την άλλη μεριά των συνόρων. σε κυριλλική γραφή:




Tерор13 е анархо InfoShop, библиотека & дистрибуција, место каде што можеш да најдеш литература, DIY дистрибуција, маички, пришивки... Постои од ноември, 2004, во мала подземна гаража што ја изнајмуваме, не е лошо со оглед на фактот дека во скопје е скоро невозможно да се сквотира. Моментно десетина луѓе придонесуваат кон проектов кои истотака се вклучени во други активности како организирање концерти, издавање плочи и касети, преведување и издавање литература. Заинтересирани сме за соработка со слични групи или поединци, затоа слободно контактирај/те не на teror13@anarhija.org за повеќе информации, споделување искуства или запознавање на нови пријатели. Било каква помош со литература, музика итн. е добредојдена. И не заборавај БОРБАТА ПРОДОЛЖУВА!!!

Διαφημίσεις

Κυκλοφορεί το τρίτο τεύχος του εντύπου "Ασύμμετρη Απειλή", με κύριο μενού για τη ληστεία στη ριζοσπαστική παράδοση. Χωρις αντίτιμο, χωρίς copyright, αλλά και χωρίς αισθησιακό dvd ένθετο. Εκτός από κάποιες καταλήψεις και ομάδες, μαζί με κάποια περασμένα τεύχη στο halastor@yahoo.gr και στο http://halastor.blogspot.com


Επίσης, όσοι από σας διαβάζατε το On behalf of the barbarians του Bleu marin αλλά δεν καταλαβαίνατε χριστό γιατί δε σκαμπάζετε γρι από αγγλικά, νά η ευκαιρία σας. Κυκλοφορεί μια μετάφρασή του, χέρι με χέρι, σε επιλεγμένα καρτοτηλέφωνα και παγκάκια, και μέσω του bezmotiv@yahoo.gr

Γράμμα του Γιώργου Βούτση-Βογιατζή

...και τώρα που το βούλωσαν όλοι
ας μιλήσουμε για επιλογές


"...Στη διάρκεια αυτής της πορείας πολλοί πέθαναν ή έμειναν αιχμάλωτοι στα χέρια του εχθρού και άλλοι πολλοί τέθηκαν εκτός μάχης ή τραυματίστηκαν και δεν θα εμφανιστούν πια σε τέτοιες συναντήσεις. Συνέβη ακόμα να εγκαταλείψει μερικούς το θάρρος και να οπισθοχωρήσουν αλλά ποτέ, τολμώ να πω, δεν παρέκλινε από τη γραμμή του ο σχηματισμός μας, μέχρι να φτάσει στην ίδια την καρδιά της καταστροφής..."


Η επίθεση στους σύγχρονους όρους καταπίεσης και εκμετάλλευσης πρώτα από όλα προϋποθέτει την άρνηση της μαζικής παραγωγής συνειδήσεων που γεννά αυτός ο κόσμος. Η εξουσία πλέον δεν αποτελεί μια προνομιακή πρακτική διαχείρισης, εγκλωβισμένη στα δίχτυα μιας μικρής ελίτ.
Είναι μια διάχυτη κοινωνική σχέση που εκφράεται σε κάθε πεδίο της καθημερινότητας. Η διαφοροποίηση των κοινωνικών συσχετισμών αναπόφευκτα δημιούργησε την αναγκαιότητα για την αναδιάρθρωση και την εξέλιξη των γερασμένων όρων καταπίεσης. Μια διαδικασία η οποία δεν εμφανίστηκε από την μια μέρα στην άλλη, ούτε επιβλήθηκε μόνο δια ροπάλου. Κοινωνικές σχέσεις οι οποίες διαμορφώθηκαν σε σειρά δεκαετιών μέσα στο κοινωνικό εργοστάσιο με σημεία κλειδιά. Αφομοίωση, "ηθική", "συμμετοχικότητα", "ενεργοί πολίτες". Έτσι τα αφεντικά κατασκεύασαν τους manager και τους προϊσταμένους τους, τους σύγχρονους ταξικούς γεφυροποιούς που ονομάστηκαν συνδικαλιστές και φυσικά τον υποταγμένη εργάτη που διασπασμένος πλέον από τις αλυσίδες της μαζικής παραγωγής έχει φορέσει στον εαυτό του χειροπέδες. Δημιούργησαν εθελοντές για να χτίσουν το όραμα της Μεγάλης Ελλάδας. Άμισθους υποταγμένους που η εθελογουλία τους ονομάστηκε κοινωνική προσφορά. Κοινωνικές ομάδες διατήρησης των υπαρχόντων όρων καταπίεσης και εκμετάλλευσης που αποτελούν αυτήν τη στιγμή ένα απορρογητικό ρόλο των κοινωνικών κραδασμών, αφού συμβάλλουν στην παγκόσμια επίθεση της κυριαρχίας. Οργανώσεις (π.χ. ΜΚΟ) οι οποίες δημιουργήθηκαν πάνω στην αναγκαιότητα της δημοκρατίας για την ανάδειξη ενός ανθρωπιστικού χαρακτήρα. Με κοινή συνιστώσα τη μη-βία και τη φιλανθρωπία προετοιμάζουν τα επόμενα νεκροταφεία για τους πεσόντες από τα δημοκρατικά άρματα μάχης. Συντηρούν τα σύγχρονα στρατόπεδα εργασίας στον τρίτο κόσμο. Εργοστάσια εξαθλίωσης, στα οποία οι σκλάβοι της οικονομίας χτίζουν τη βιτρίνα του δυτικού πολιτισμού, αλλά και τη συναίνεση του σύγχρονου διασπασμένου προλετάριου, μεταμορφώνοντας την ταξική τους συνείδηση σε καταναλωτική.

Οι "ενεργοί πολίτες", οι οπλισμένοι ήρωες της ελληνικής δημοκρατίας αποτελούν τους σύγχρονους εκφραστές της έννομης τάξης. Συμμετέχουν ενεργά σε εθελοντικά προγράμματα ασφάλειας, ενημερώνουν την αστυνομία για ύποπτες κινήσεις και επιτίθενται σε παραβάτες του νόμου. Βραβεύονται από την αστυνομία για τα κατορθώματά τους και νιώθουν περήγανοι για αυτό. Το δόγμα της ασφάλειας πλέον δεν αποτελεί μια επιβεβλημένη συνθήκη. Είναι κοινωνικό ένστικτο. Ένα διάχυτα στρατιωτικοποιημένο αίτημα για την ανελέητη προστασία της ιδιοκτησίας. Ένστολοι δεν είναι μόνο οι μπάτσοι. Ένστολη είναι και η ηθική αυτού του κόσμου που με σθένος συστρατεύεται στο πλάι των αφεντικών.


Στις 3-10-2007 λήστεψα την ΕΤΕ, στην οδό Γκύζη. Κατά τη διάρκεια της διαφυγής, περίπου 1,5 λεπτό μετά τη ληστεία και αφού επιβιβάστηκα σε ποδήλατο, αντιλήφθηκα σε κοντινή απόσταση έναν περαστικό να διασχίζει την οδό Ραγκαβή (παράλληλος δρόμος διαφυγής μου) και να κατευθύνεται προς το μέρος μου. Μετά από μια σύντομη στιχομυθία και ενώ βρισκόμουνα πάνω στο ποδήλατο, ο περαστικός μεταμορφώθηκε σε "ήρωα" και κλώτσησε το δίκυκλο με αποτέλεσμα να προσκρούσει σε διερχόμενο αυτοκίνητο και να πέσω στο οδόστρωμα. Οι σειρήνες ηχούσαν πλέον πολύ δυνατά...

Η επιλογή της ληστείας αποτελεί έναν σταθμό της πορείας μου προς την άρνηση. Οι αντάρτικες έφοδοι στον πλούτο του εχθρο΄με τη μορφή της απαλλοτρίωσης διατηρούν με ιστορική συνέπεια μια διαχρονική επιλογή επίθεσης στην ιστορία της άρνησης. Η συνέπεια της αντίληψης με τη δράση οφείλει να συμβαδίζει με ακρίβεια στρατιωτικού βηματισμού. Οι ταραξίες, οι ληστές και οι εμπρηστές είναι οι πυροκροτητές του ίδιου πολέμου. Η άρνηση της εργασίας αποτελεί μια τμηματική άρνηση της οικονομίας και του κόσμου της. Η μισθωτή εργασία αποτελεί μια αλλοτριωμένη διαδικασία παραγωγής ανισοτήτων, θεμελιωμένη πάνω στην εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο. Είναι η εμπορευματοποίηση της φυσικής ανάγκης του ανθρώπου για δημιουργία και η ένταξή της στο κοινωνικό εργοστάσιο των αλλοτριωμένων σχέσεων. Το σύμπλεγμα της ηθικής της εργασίας δημιουργεί το ρόλο του τίμιου εργαζόμενου. Η αλλοτριωμένη εργασία έχει τους δικούς της ηθικούς κώδικες υποταγής. Τη νομιμότητα, το αφεντικό-πρότυπο, την καριέρα.

Πού εργάζεσαι; Πόσα χρήματα βγάζεις; Πότε έχεις άδεια; Ερωτήσεις προς διερεύνηση της κοινωνικής ταυτότητας του υποκειμένου. Η αλλοτριωμένη εργασία διαχειρίζεται και οργανώνει τον ελεύθερο χρόνο, ο οποίος καθορίζεται από το εργασιακό καθεστώς αιχμαλωσίας του (weekend, τριήμερα, άδειες). Στην πραγματικότητα η αλλοτριωμένη εργασία καθορίζει ολοκληρωτικά την ύπαρξή μας. Τις καθημερινές μας συζητήσεις: Πώς πήγε σήμερα η δουλειά; Πότε πληρώνεσαι; Την όρεξή μας: Είμαι πτώμα σήμερα δεν έχω όρεξη για τίποτα, έχω πρωινό ξύπνημα. Επομένως για αυτό παρατηρούμε πως η ίδια η έννοια του χρόνου διαμορφώνεται σε μεγάλο βαθμό από τον κόσμο της εργασίας και από τις ανάγκες της οικονομίας. Η άυλη διάσταση του χρόνου αποκτάει υλική έκφραση που καθορίζει πλέον το
χρονοδιάγραμμα της καθημερινής αιχμαλωσίας. Η ληστεία ενός οικονομικού μηχανισμού εκμετάλλευσης δεν είναι η μοναδική επιλογή για την πραγμάτωση της άρνησης εργασίας. Ακόμα και οι επιθέσεις σε οικονομικούς στόχους αποτελούν μια ριζοσπαστική πρόταση οργάνωσης και αγώνα, η οποία θέτει σε εφαρμογή το σχέδιο για την καταστροφή της εργασίας.

Το τόνισα και πριν: η άρνηση εργασίας αποτελεί μια τμηματική άρνηση της οικονομίας και του κόσμου της. Π.χ. η απαλλοτρίωση εμπορευμάτων (από βιβλιοπωλεία, σούπερ μάρκετ) αποτελεί μια εκδοχή της καταναλωτικής άρνησης, όχι όμως της συνολικής επίθεσης στην οικονομία. Η ληστεία μιας τράπεζας, αποτελεί μια εκδοχή για την άρνηση της εργασίας, όχι όμως τη συνολική επίθεση στον καταναλωτισμό. Αν τελικά ο σκοπός αγιάζει κάτι, αυτό σίγουρα δεν είναι τα μέσα, αλλά τις επιλογές δράσεις που αναπτύσσονται. Τα μέσα ακολουθούν την απόφαση για δράση. Είναι διαλεκτικά με το σχέδιο. Διαμορφώνονται μέσα από αυτό, αλλά δεν το καθορίζουν. Η επιλογή μου να ληστέψω την ΕΤΕ στο Γκύζη δεν ήταν μια βεβιασμένη απόπειρα που βασίστηκε στον οπλισμό που διέθετα, αλλά ένας σταθμός της πορείας προς τη συνολική άρνηση αυτού του κόσμου. Μια διαδρομή χωρίς προορισμό, αλλά με πολλούς σταθμούς. Τόσους όσους και τα όπλα που διαθέτει ένας επαναστάτης στο οπλοστάσιό του. Σε αυτή τη διαδρο
μή αν πρέπει να επαναοικειοποιηθούμε κάτι, είναι η ατομική συνείδηση. Αλλιώς οτιδήποτε μαζικό-συλλογικό είναι καταδικασμένο να αναπαράγει τις ταυτόχρονες ήττες των ατομικών μας συνειδήσεων, που θα στελεχώσουν τις νέες ηττημένες μάζες της εποχής μας.


Οι εχθροπραξίες συνεχίζονται...

Γιώργος Βούτσης-Βογιατζής

Αντί Υστερόγραφου

Η ταυτότητα ενός ατόμου δεν καθορίζεται από το πατρώνυμό του, αλλά από τη διαδρομή και τις επιλογές που το χαρακτηρίζουν. Το χρονόμετρο της αντίστροφης πραγματικότητας γνωρίζουμε όμως, ότι ενεργοποιείται όταν οι κάμερες σπάζονται και οι πληροφοριοδότες του ψεύδους ξυλοκοπούνται ανηλεώς. Αυτοί που κατασυκοφάντησαν και λεηλάτησαν «τα προσωπικά μου δεδομένα», σύντομα θα με βρουν πάλι μπροστά τους. Σε κινήσεις αλληλεγγύης, η αναφορά στο πρόσωπό μου επιθυμώ να γίνεται με τη χρήση και των δυο επιθέτων μου.

----------------------------------------------------------------------------

1/13/2008

Brief van Giorgos Voutsis-Vogiatzis

(μια μετάφραση του γράμματος του Γιώργου Βούτση-Βογιατζή στα φλαμανδικά, δημοσιευμένη στο http://ovl.indymedia.org/news/2007/12/21236.php)

Brief van Giorgos Voutsis-Vogiatzis vanuit de gevangenis van Korydallos Nu ze allemaal hun bek houden, laat ons praten over keuzes.

“... Velen van ons zijn gestorven of werden gevangen genomen; vele anderen raakten gewond en konden niet meer ageren, sommigen vergleden zelfs naar de achtergrond omwille van hun gebrek aan moed, maar ik denk dat ik kan zeggen dat onze ontwikkeling als geheel nooit happerde wanneer ze zich stortte op de kern van de vernietiging.”

De moderne instellingen van repressie en uitbuiting aanvallen vraagt – eerst en vooral – de weigering van de massaproductie van bewustzijn die deze wereld baart. Autoriteit staat niet langer voor een gepriviligeerde administratietechniek die door het net van een elitaire minderheid geweven zit. Autoriteit is een geperverteerde sociale verhouding die in elk aspect van het leven tot uiting komt. De mutatie van het sociale antagonisme heeft onvermijdelijk de noodzaak voor een herstructurering en sofisticatie van de oude vormen van repressie geschapen. Dit proces valt noch de lucht, noch werd het eenvoudigweg opgelegd door fysieke drang. Sociale verhoudingen kregen doorheen de decennia binnen de sociale fabriek vorm en hebben vele eigen kernwoorden. Integratie, ‘moraliteit’, homogeniteit, ‘burgerzin’.

Zo brachten de bazen de managers en hun opzichters voort, de moderne klasse om de kloof te overbruggen die evengoed verklaard syndicalist als gehoorzame werker noemt die, na – eindelijk – de ketenen van de massaproductie te hebben gebroken, nu in staat is om zijn eigen handboeien te hebben. Ze hebben vrijwilligers gemaakt om de visie van een ‘Groot Griekenland’ leven in te blazen. Onbetaalde gehoorzame mensen die hun vrijwillige onderdanigheid “teruggeven aan de maatschappij” noemen. Sociale groepen die werken voor het behoud van de bestaande repressie en uitbuiting die nu de rol van schokvangers spelen waarbij ze hun bijdrage leveren aan de globale aanval van de bazen. Organisaties (zoals bijvoorbeeld de NGO’s) die geschapen werden vanuit de nood van de democratie aan een humanitair imago. Gebaseerd op geweldloosheid en liefdadigheid zijn ze druk bezig de begraafplaatsen klaar te maken voor de doden van morgen op hun democratische slagvelden.

Ze onderhouden de moderne werkkampen in de derdewereldlanden. Fabrieken van ellende, waar de slaven van de economie de glazen ruit van de Westerse beschaving maken en de instemming van het moderne schizo-proletariaat bewerken door haar klassebewustzijn om te vormen tot consumentenbewustzijn. De ‘burgers’, de gewapende helden van de Griekse democratie zijn een moderne uitdrukking van wet en orde. Ze nemen actief deel aan vrijwilligerswerk voor beveiligingsprojecten, ze tippen de politie over verdachte figuren en vallen zelfs zelf delinquenten aan. Daarna krijgen ze een kleine beloning van de flikken voor hun verdiensten en voelen ze zich trots. De vraag naar veiligheid is niet langer een opgelegde gemeenplaats, het is een sociaal instinct. Een geperverteerde gemilitariseerde vraag naar een genadeloze verdediging van eigendom. De flikken zijn niet de enigen met uniformen. Ook de moraliteit van deze wereld draagt een uniform en heeft zich met kracht aan de zijde van de bazen geschaard.

Op 3 oktober 2007 heb ik de ETE (Ethniki) Bank in de Gyzi straat beroofd. Toen ik terug naar buiten kwam, ongeveer anderhalve minuut na de overval en terwijl ik op m’n fiets zat, merkte ik een voorbijganger op die de Ragkavi straat overstak. Hij was niet ver van mij, een straat parallel aan waar ik me bevond. Hij begaf zich in mijn richting. Na een kort gesprek en terwijl ik nog steeds op m’n fiets zat, werd deze voorbijganger plots een ‘held’. Hij trapte tegen mijn fiets waardoor ik botste met een voorbijrijdende wagen. Ik viel van de fiets, op het voetpad. Vanaf dan loeiden overal om me heen de alarmen...

Mijn keuze om een bank te overvallen is een punt in mijn weg naar negatie. Guerilla-aanvallen tegen de rijkdom van de vijand door onteigeningsdaden houden een blijvende keuze tot aanval in zich, die historisch gezien coherent is met de geschiedenis van de negatie. Coherentie moet met een militaire stap bewegen tussen denken en handelen. Relschoppers, overvallers, brandstichters,... allen zijn detonators die dezelfde oorlog ontsteken. De negatie van werk is een gedeeltelijke negatie vgan de economie en haar wereld. Loonarbeid is een vervreemd proces dat ongelijkheden voortbrengt, gebaseerd op de uitbuiting van de ene door de andere. Het is de commercialisering van de natuurlijke menselijke drang tot creatie, het is de integratie van deze drang in de sociale fabriek van vervreemde relaties. Vervreemd werk heeft haar eigen ethiek van onderwerping. Legaliteit, het bazen-model, carrière. Waar werk je? Hoeveel verdien je? Wanneer heb je vrij? Vragen om de sociale status van de bevraagde te onderzoeken. Vervreemd werk beheert en organiseert dook de vrije tijd, die evengoed gemodificeerd is door de werkstatus die haar tot slaaf maakt (weekend, vakantiedagen, vrije dagen). Eigenlijk bepaalt werk ons hele bestaan. Ons dagelijkse gesprek... hoe was op het werk? Wanneer wordt je uitbetaald? Ons gemoed... ik ben doodmoe vandaag, ik heb in niets zin, ik moet morgen vroeg opstaan. Uiteindelijk zien we de hoe duidelijk de diepe betekenis van tijd is voor de wereld van werk en de noden van de economie. De immateriële dimensie van tijd krijgt een materiële uitdrukking die gemodificeerd wordt door het uurrooster van onze dagelijkse gevangenschap. Een economisch mechanisme van gevangenschap overvallen is niet de enige keuze om de negatie van werk te verwezenlijken. Maar zelfs aanvallen tegen economische doelwitten zijn een radicale suggestie van van organisatie en strijd, die een voorzet geeft voor het project van de vernietiging van werk.

Ik wil het opnieuw zeggen: de negatie van werk is een gedeeltelijke negatie van de economie en haar wereld. Bijvoorbeeld: de onteigening van koopwaar (uit boekenwinkels en supermarkten) is een soort negatie van de consumptie, maar geen totale aanval op de economie. Een bank overvallen is een manier tot negatie van werk, maar het is geen totale aanval op het kapitalisme. Als het doel al iets verantwoordt, dan is het zeker niet het middel, maar de keuzes die tot stand komen voor de actie. De middelen volgen op de beslissing om te handelen. Ze staan in een dialectische verhouding tot het project. Ze krijgen erbinnen gestalte, maar vormen het niet.

Mijn beslissing om de ETE Bank in Gyzi te overvallen is geen rancuneuze, onvoorziene poging gebaseerd op de wapens die ik bezat, maar een punt in mijn weg naar de totale negatie van deze wereld. Een weg zonder eindbestemming, maar met vele intermediaire kruispunten, even talrijk als de wapens die een revolutionair in zijn arsenaal heeft. Dus, als er iets is dat we moeten terugpakken, dan is het wel individueel bewustzijn. Anders is alles dat collectief is en gebaseerd is op massa,gedoemd om de simultane nederlaag van ons bewustzijn te reproduceren, en dat zullen de nieuwe verslagen massa’s van ons tijdperk worden.

De vijandelijkheden gaan door.

Giorgos Voutsis-Vogiatsis

In de plaats van een PS: De identiteit van een persoon is niet bepaald door zijn voornaam, maar door zijn manier van doen en door zijn eigen keuzes. We weten echter dat wanneer de camera’s kapotgeslagen worden en de informanten van de leugen genadeloos in elkaar geslagen worden, dan begint er een klokje te tikken die een omgekeerde realiteit meet. Diegenen die mijn ‘persoonlijke gegevens’ door het slijk gehaald en geplunderd hebben, zullen mij spoedig tegenover zich vinden. Bij elke solidariteitsacties wil ik dat alle vermeldingen van naam al mijn voornamen bevatten.

Lettera di Giorgos Voutsis-Vogiatzis

(μια μετάφραση του γράμματος του Γιώργου στα ιταλικά)

Giorgos Voutsis-Vogiatzis è stato arrestato in seguito ad una rapina ad una banca ad Atene, Grecia, nell’Ottobre 2007

Ora che hanno tutti chiuso le loro bocche, parliamo di scelte.

“...Molti di noi sono morti o sono stati fatti prigionieri lungo la strada; molti altri sono stati feriti e permanentemente tagliati fuori dall’azione; e certi elementi si sono anche lasciati scivolare sullo sfondo a causa della loro mancanza di coraggio; ma io credo di poter dire che la nostra formazione nell’insieme non abbia mai vacillato fino a che si è tuffata nel cuore della distruzione.”

Per attaccare le moderne istituzioni di represione e sfruttamento, occorre -prima di tutto- rifiutare la produzione di massa delle coscienze a cui questo mondo da origine. Autorità non vuol dire più una tecnica di amministrazione privileggiata, imbrigliata saldamente nella rete di un’elite di minoranza. È un rapporto sociale diffuso che trova la sua espressione in ogni aspetto della vita di ogni giorno. La trasformazione dell’antagonismo sociale ha inevitabilmente creato la necessità della rifabbricazione e sofisticazione dei vecchi termini della repressione. Questo processo non è venuto fuori dal cielo, né è stato semplicemente forzato tramite la violenza fisica. Le relazioni sociali sono state modellate nel corso dei decenni trascorsi all’interno della fabbrica sociale; sono pregne di parole chiave proprie. Integrazione, “moralità”, omogeneità, “giusto senso civico”. Questo è il modo in cui i capi hanno confezionato i direttori e i loro supervisori, la moderna classe per colmare le lacune, i quali sono stati nominati sindacalisti, così come, sicuramente, l’obbediente lavoratore che, avendo -finalmente- rotto le catene della produzione di massa, può ora permettersimanette proprie. Hanno creato volontari per erigere la visione della “Grande Grecia”. Persone sottomesse non pagate che hanno nominato la loro servitù volontaria “restituendo alla società”. Gruppi sociali che, lavorando per il mantenimento della repressione e dello sfruttamento esistenti, fanno il ruolo degli assorbitori d’urto contribuendo all’assalto globale dei governanti.

Organizzazioni create dal bisogno della democrazia di mostrare un’immagine pubblica umanitaria. Basate sulla non violenza e sulla carità, stanno alacremente preparando i cimiteri per i caduti di domani sui loro campi di battaglia della democrazia. Queste mantengono i moderni campi di lavoro nei paesi del terzo mondo. Fabbriche di miseria, dove gli schiavi dell’economia costruiscono le finestre di vetro della civilizzazione occidentale, così come il consenso del moderno schizo-proletariato, trasformando la sua coscienza di classe nella coscienza consumistica.

I “cittadini giusti”, gli eroi armati della democrazia greca costituiscono la moderna espressione della legge e dell’ordine. Questi partecipano attivamente con il lavoro volontario nei progetti di sicurezza, informano la polizia sulle figure sospette e attaccano anche loro stessi i delinquenti. Ottengono le loro piccole ricompense dalla polizia per le loro gesta e si sentono orgogliosi. L’esigenza di sicurezza non è più una convenzione imposta. È un istinto sociale. Una diffusa richiesta militarizzata per la spietata difesa della proprietà. I poliziotti non sono solo quelli con l’uniforme. Anche la moralità di questo mondo indossa un’uniforme, esi è arruolata con vigore dalla parte dei capi.

Il 3/10/2007 ho rapinato la banca ETE in via Gyzi. Durante la mia fuga, circa un minuto e mezzo dopo la rapina e una volta in sella alla mia bicicletta, ho notato un passante attraversare via Ragkavi non lontano da dove ero io (una strada parallela a quella dove ero),il quale si dirigeva verso di me. Dopo un breve dialogo e mentre ero ancora sulla mia bici, questo passante si è trasformato in un “eroe” e ha dato un calcio alla mia bicicletta provocandone lo scontro con un’auto che passava e la mia caduta sul selciato. Da quel momento in avanti gli allarmi delle sirene stavano esplodendo tutti intorno a me...

La mia scelta di rapinare una banca costituisce una tappa nel mio percorso verso la negazione. Attacchi di guerriglia alle ricchezze del nemico tramite azioni di espropriazione affermano una costante scelta di attacco, storicamente coerente con la storia della negazione. La coerenza si deve muovere con un passo militare tra il pensare e l’agire. Rivoltosi, rapinatori, incendiari, sono tutti detonatori per far esplodere la stessa guerra. La negazione del lavoro è una parziale negazione dell’economia e del suo mondo. Il lavoro salasiato è un processo alienato che produce disuguaglianze, basato sullo sfruttamento di qualcuno da parte di qualcun altro. È la commercializzazione del naturale impulso dell’umanità per la creazione e la sua integrazione nella fabbrica sociale di relazioni alienate. Il lavoro alienato ha la sua etica di sottomissione. La legalità, il modello del capo, la carriera.
Dove lavori? Quanto guadagni? Quando hai un giorno di riposo? Domande per informarsi sul ceto sociale del soggetto. Il lavoro alienato amministra e organizza anche il tempo libero, che è ugualmente modificato secondo lo status del lavoro che lo assoggetta (weekend, vacanze, giorni di riposo). In realtà il lavoro alienato definisce l’intera nostra esistenza. Le nostre chichiere di ogni giorno: come è andata al lavoro? Quando prendi lo stipendio? Il nostro stato d’animo: sono stanco morto oggi, non sono in vena di fare nulla, mi devo svegliare presto domattina. Possiamo dunque vedere come il significato profondo di temposia in gran parte modellato sul mondo del lavoro e sui bisogni dell’economia. La dimenzione immateriale del tempo assume un’espressione materiale modificata dalle tabelle della nostra schiavitù quotidiana. Rapinare un meccanismo economico di schiavitù non è l’unica scelta per realizzare la negazione del lavoro. Ma anche gli attacchi contro obiettivi economici costituiscono una proposta radicale di organizzazione e lotta che dia una spinta iniziale per la distruzione del lavoro.

Lo dirò di nuovo: la negazione del lavoro costituisce una parziale negazione dell’economia e del suo mondo. Per esempio: l’espropriazione di merci (dalle librerie, dai supermercati) costituisce un tipo di negazione del consumo, sebbene non un attacco totale all’economia. Rapinare una banca è un modo di negare il lavoro, ma non è un attacco totale al capitalismo. Se il fine giustifica qualche cosa, questa non risiede nel mezzo, ma nelle scelte sviluppate per l’azione. Il mezzo è una conseguenza della decisione di agire. Essi sono dialetticamente connessi al progetto. Sono formati in esso, ma non lo formano. La mia decisione di rapinare la banca ETE a Gyzi non è stata una vendicativa, fortuita operazione basata sulle armi che possedevo, ma una tappa mel mio percorso verso una totale negazione di questo mondo. Un percorso senza alcuna destinazione finale, ma con molte tappe intermedie. Tante quante le pistole che un rivoluzionario possiede nel suo arsenale. Così se c’è qualcosa che abbiamo bisogno di riprendere, è la coscenza personale. Oppure, ogni cosa massificata e collettiva è destinata a riprodurre la simultanea sconfitta della nostra coscenza, che si trasformerà nelle nuove masse sconfitte della nostra era.


Le ostilità continuano.

Giorgos

Invece di un P.S.: l’identità di una persona non è definita dal suo cognome,ma dal percorso e dalle scelte che le sono proprie. Sappiamo comunque che quando le telecamere vengono distrutte e gli informatori di bugie vengono picchiati senza pietà un timer comincia a ticchettare, misurando una realtà rovesciata. Questi che hanno calunniato e depredato i miei “dati personali” presto mi avranno di fronte. In ogni azione di solidarietà, desidero che sia menzionato per intero il mio nome includendo entrambi i miei cognomi.

http://www.informa-azione.info/lettera_di_giorgos_voutsis_vogiatzis

[επίσης, ανέβηκαν μεταφράσεις στα σερβοκροατικά του γράμματος των προφυλακισμένων αναρχικών Τσουραπά-Κοντορεβυθάκη, και του εισαγωγικού κειμένου για τη δίωξή τους στο http://www.geocities.com/anarcores/faliro3]